Στην πρωτεύουσα του Δήμου Βοΐου, τη Σιάτιστα, καθώς ο επισκέπτης περπατά στα καλντερίμια και τα γραφικά στενά δρομάκια, ανακαλύπτει τα ξεχωριστά και επιβλητικά κτίσματα, τα περίφημα Αρχοντικά της Σιάτιστας, δείγματα της ακμής και της ευημερίας του 17ου και του 18ου αιώνα, όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στην τέχνη, την καλαισθησία, τα γράμματα και τον πολιτισμό. Ο τρόπος ζωής τον 18ο αιώνα ενσαρκώνεται σε όλα αυτά τα αρχοντικά με τους φρουριακούς πέτρινους αυλότοιχους και τις απόρθητες δρύινες πόρτες.
Γράφει ο Λάζαρος Γ. Κώτσικας
Το Αρχοντικό Μανούση-Δούκα Τζάτζα κτίστηκε το 1763 από τους αδερφούς Γεώργιο και Θεόδωρο Μανούση. Τα δύο αδέρφια δημιούργησαν εμπορικό οίκο στην Βιέννη και ήταν δραστήρια μέλη της εκεί Ελληνικής Κοινότητας. Από την αυτοκρατορική αυλή της Αυστροουγγαρίας τους απονεμήθηκε το 1826 τίτλος ευγενείας (Manoussivon Ohabizha). Απόγονοι της οικογενείας, ήταν ο Εθνικός Ευεργέτης και πανεπιστημιακός Θεόδωρος Μανούσης, ο λόγιος Αθανάσιος Μανούσης, η Ιρένα Μανούση von Ohabitza σύζυγος του Έλληνα Πρωθυπουργού Δημητρίου Μάξιμου στην οποία χρωστά την ύπαρξη του το Μέγαρο Μαξίμου, o γιατρός Alessandro Manoussi von Ohabitza (1836-1914) που διατέλεσε διευθυντής του Δημοτικού Νοσοκομείου της Τεργέστης, έγραψε πλήθος επιστημονικών εργασιών και υπήρξε Ευεργέτης της εκεί Ελληνικής Κοινότητας, ο σκηνοθέτης και συγγραφέας θεατρικών έργων Jean Manoussi (1868-1919), η Μαρία Μανούση που νυμφεύτηκε τον ιστορικό, πολιτικό και λογοτέχνη Παύλο Καλλιγά.
Η κατασκευή του γίνεται την περίοδο που η Σιάτιστα γνωρίζει την μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξή της, ως εμπορικό κέντρο με έντονη παρουσία στον ευρύτερο χώρο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της Κεντρικής Ευρώπης. Η πλούσια διακόσμηση του κτιρίου αντικατοπτρίζει τον πλούτο της οικογένειας Μανούση, που είχε δημιουργήσει έναν από τους ισχυρότερους Σιατιστινού εμπορικούς οίκους στην Αυστροουγγρική αυτοκρατορία. Ο γιος της οικογένειας, Θεόδωρος Μανούσης, βαθιά μορφωμένος για τα δεδομένα της εποχής, διετέλεσε πανεπιστημιακός δάσκαλος στο πρώτο Πανεπιστήμιο Αθηνών, εθνικός ευεργέτης, ενώ δώρισε την πλούσια βιβλιοθήκη του στο πανεπιστήμιο. Ακόμη και σήμερα, το ίδρυμα που θέσπισε μέσα από κληροδοτήματα που διαθέτει προσφέρει υποτροφίες σπουδών στους νέους και τις νέες της Σιάτιστας.
Είναι ένα μνημείο με εντυπωσιακό ζωγραφικό και ξυλόγλυπτο διάκοσμο, που επέλεξε μάλιστα ο Φώτης Κόντογλου να αντιγράψει ζωγραφικές του παραστάσεις και με πλούσια ιστορία. Κατοικήθηκε από την οικογένεια Δούκα Τζάτζα έως το 1937 οπότε απαλλοτριώθηκε από το Υπουργείο Τουρισμού και κηρύχτηκε προστατευόμενο μνημείο. Από τα τέλη του 2017 ανήκει στο Δήμο Βοΐου.
Εφόσον εγκριθεί η πρόταση του Δήμου Βοΐου και ολοκληρωθεί το έργο, το Αρχοντικό Μανούση θα λειτουργήσει ως επισκέψιμο μνημείο, όπως συμβαίνει από το 2017 με το Αρχοντικό της Πούλκως που έχει δεχθεί ως τώρα περισσότερους από 10.000 επισκέπτες.
Ένα από τα πιο σημαντικά αρχιτεκτονικά μνημεία της Σιάτιστας
Στην Σιάτιστα ο Νικόλαος Μουτσόπουλος κατέγραψε πριν από πενήντα χρόνια 18 αρχοντικά. Τα ξεχώρισε από τα υπόλοιπα διατηρητέα κτίσματα της Σιάτιστας χρησιμοποιώντας συγκεκριμένα μορφολογικά χαρακτηριστικά.
Εκείνο όμως που ξεχωρίζει το αρχοντικό Μανούση-Δούκα Τζάτζα και τα άλλα αρχοντικά από τα υπόλοιπα της Σιάτιστας, είναι το επιβλητικό τους μέγεθος, το αρχοντικό Μανούση είναι ορατό σχεδόν από το μεγαλύτερο τμήμα της συνοικίας «Χώρα», οι τοιχογραφίες, ο ξυλόγλυπτος και ο ζωγραφικός διάκοσμός τους. Στα δωμάτια του τελευταίου πατώματος των αρχοντικών αυτών, το «ανώι», το φως που τα λούζει ντύνεται με τα χρώματα από τα τζαμλίκια που έκλειναν τους φεγγίτες του.
Στο αρχοντικό Μανούση, το «όρνηον», η τοιχογραφία του 1789 προσέλκυσε το ενδιαφέρον του Φώτη Κόντογλου, ο οποίος δεν αντιστάθηκε τελικά στον πειρασμό να το αντιγράψει. Η αυθεντική ομορφιά του διακόσμου του δυστυχώς είχε αποτέλεσμα το μνημείο να βεβηλωθεί δύο φορές (2010, 2011) από αρχαιοκάπηλους και να κλαπούν ανεκτίμητα κειμήλια μέσα από το αρχοντικό. Ιδιαίτερη εντύπωση έκανε το αρχοντικό Μανούση στον Αριστοτέλη Ζάχο (1871-1939)ο οποίος υπήρξε μια δεσπόζουσα μορφή της ελληνικής αρχιτεκτονικής των ετών 1908-1940, που τελικά το αποτύπωσε σχεδιαστικά και φωτογραφικά.
Η αξιοποίηση του Αρχοντικού ως τουριστικό προϊόν και ως εκπαιδευτικός πυρήνας
«Η αξιοποίηση του μνημείου χωρίζεται σε δύο άξονες. Στην αξιοποίησή του ως τουριστικό προϊόν για την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής. Δεν αρκεί προς αυτό όμως μόνο η αποκατάστασή του. Ο Δήμος Βοΐου προχωρά στην ανάδειξη της διαδρομής που συνδέει τον Άγιο Δημήτριο της Σιάτιστας με την Πλατεία Εμπορίου και η οποία διασχίζει τον ιστορικό τόπο της Χώρας το αξιολογότερο τμήμα του παραδοσιακού της ομώνυμης συνοικίας της Σιάτιστας. Το αρχοντικό Μανούση δεσπόζει στο κέντρο αυτής της διαδρομής, όπου ο επισκέπτης της πόλης θαυμάζει την υλική πολιτιστική κληρονομιάς της. Από εκεί και πέρα θα πρέπει να οργανωθεί εκείνος ο μηχανισμός με τον οποίο, θα δημιουργείται η επισκεψιμότητα στο μνημείο, θα παράγονται και άλλα τουριστικά προϊόντα, τα οποία θα επιλέγουν οι επισκέπτες και οι κάτοικοι της πόλης.
Όσο για τον δεύτερο άξονα, κάθε τόπος, κάθε χωριό, κάθε πόλη πρέπει να έχει σε πρώτη προτεραιότητα την παιδεία. Το αρχοντικό Μανούση κτίστηκε από την οικογένεια Μανούση, μιας οικογένειας με αναγνωρισμένη προσφορά στην ιστορία, στα γράμματα και τις τέχνες. Με το κληροδότημα του Θεόδωρου Μανούση στηρίζεται η σπουδάζουσα νεολαία της Σιάτιστας, η δημόσια ιστορική βιβλιοθήκη έχει τα βιβλία που της δώρισε Θεοδώρος Μανούσης και φέρει το όνομα του.
Το όνομα «Μανούση» έχει λοιπόν κεντρικό ρόλο για την παιδεία της Σιάτιστας. Πρέπει να αναδειχθεί και να είναι ο πυρήνας γύρω από τον οποίο θα αναπτυχθούν και θα στηριχθούν εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Ώστε να γίνει κτήμα στα παιδιά μας η πολιτιστική κληρονομιά του τόπου τους, της οποίας ταυτόσημο θα αποτελεί για αυτά το σπίτι των Μανούσηδων το οποίο για αυτά θα είναι κάτι πλέον πιο ζωντανό.
Εξάλλου ας μην ξεχνάμε η σύγχρονη τάση ζητά τα μνημεία να αποτελούν ενεργά κομμάτια της ζωής μας και όχι να είναι εγκλωβισμένα σε μια γυάλινη βιτρίνα».
_
Ο Λάζαρος Γ. Κώτσικας είναι Πολιτικός Μηχανικός, PhD
Ειδικός Συνεργάτης Δημάρχου Βοΐου
Κάθε εποχή επιβάλλει τους δικούς της αρχιτεκτονικούς ρυθμούς. Ο παραδοσιακός και ιστορικός χαρακτήρας της πόλης θα πρέπει να παραμείνει ζωντανός και να αποτυπώνεται στα κτίσματα, μέσα από έναν αρμονικό συνδυασμό του χθες με το σήμερα, των παραδοσιακών και των μοντέρνων υλικών και σχεδίων.