Η Οικοτεχνία, η Βιοτεχνία και το Εμπόριο στο Κριμήνι Βοΐου

Το Κριμήνι κατά τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα αναδεικνύεται ως ξεχωριστό βιοτεχνικό και εμπορικό κέντρο. Κύρια ασχολία των κατοίκων και ειδικότερα των γυναικών είναι η οικιακή χειροτεχνία, η υφαντική, η ραπτική, το κέντημα και το πλέξιμο. Με την εργαστηριακή εργασία καθώς και με άλλες τέχνες ασχολούνται οι άντρες.

ΟΙΚΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

Σε κάθε σπίτι οι γυναίκες επεξεργάζονται τα μαλλιά που προέρχονται από την κτηνοτροφική ενασχόληση της οικογένειας. Αρχικά τα μαλλιά πλένονται σε λάκκους, ανοίγονται, λαναρίζονται, γνέθονται και έπειτα είναι έτοιμα για τον αργαλειό.

Είναι αυτονόητο ότι σε κάθε σπίτι υπάρχει αργαλειός, στον οποίο υφαίνονται κιλίμια, βελέντζες, σαΐσματα, κουβέρτες, φούστες, φανέλλες, μεταξωτά και μισομέταξα, τροβάδες, χαρτοθήκες των παιδιών και σιγκούνια για τα ανδρικά και τα γυναικεία φορέματα.

Βέβαια οι ασχολίες των γυναικών δεν περιορίζονται μόνο στον αργαλειό, ασχολούνται και με το κέντημα και το πλέξιμο των δαντελλών. Συγκεκριμένα κεντούν τους ποδόγυρους στις φούστες και στις ποδιές, τις μαξιλαροθήκες και πλέκουν τις δαντέλες με τις οποίες στολίζουν τα εσώρουχα της προίκας, τα σεντόνια και τα μακάτια. Οι μεγάλες σε ηλικία γυναίκες τα βράδια του χειμώνα πλέκουν μάλλινες κάλτσες για τις ανάγκες του σπιτιού και την προίκα των κοριτσιών.

ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Όλα αυτά τα έργα της λαϊκής τέχνης μαρτυρούν την ομορφιά της ζωής των απλοϊκών ανθρώπων και εσωκλείουν ζωντανή την παράδοση και την εθνική σπουδαιότητα. Όλα τα έργα είναι εμπνευσμένα από την ελληνική φύση, από τους νόμους της και από τις αναγκαιότητες της καθημερινής ζωής. Τα έργα αυτά δεν είναι κάτι τυχαίο, εσωκλείουν και την κοινωνική και την οικονομική αξία. Αποτελούν θησαυρό και χρήζουν ιδιαίτερης φροντίδας.

Γνέθοντας με τη ρόκα.

Φυλάγονται σε σεντούκια και στις μεσάντρες των σπιτιών. Στολίζουν το σπίτι σε ιδιαίτερες περιστάσεις. Οι προίκες των κοριτσιών μοσχοβολάνε από την αγνότητα των υλικών και περιμένουν την ώρα για να συνοδέψουν τη νυφική πομπή , να μπουν και να στολίσουν τα φτωχικά αρχοντικά και να δώσουν ένα αίσθημα χαράς και εύφρανσης.

Στον αργαλειό.

ΟΙ ΡΑΦΤΑΔΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΡΑΠΤΡΙΕΣ

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω με την οικιακή χειροτεχνία ασχολούνται οι γυναίκες ενώ οι άντρες με την εργαστηριακή ασχολία. Αυτοί είναι που κατασκευάζουν τα προϊόντα έπειτα από παραγγελία. Η προετοιμασία των ενδυμάτων γίνεται σε ειδικά εργαστήρια. Εκεί καθισμένοι σταυροπόδι σε χαμηλούς πάγκους ράβουν τα χοντρά από σεγκούνι ανδρικά και γυναικεία φορέματα, κεντούν τα αντιριά, τις κάπες και τα γιλέκα με χρυσές λουτριές, ράβουν τα ντουλαμάδια, τα χολέβια και τις φλοκάτες.

Ο πρώτος που άνοιξε εργαστήριο ήταν ο Ν. Κουκούλης, και έπειτα ακολούθησαν και άλλοι. Στο ράψιμο των εγχωρίων ενδυμάτων χρησιμοποιούσαν σειρήτια μάλλινα και μεταξωτά καθώς και λουτριές. Η προμήθεια αυτών των προϊόντων γινόταν από τις αγορές της Κλεισούρας και των Ιωαννίνων.

Όσον αφορά τώρα το ράψιμο των γυναικείων φορεμάτων με αυτό ασχολούνται οι ράπτριες γυναίκες, οι οποίες είναι έμπειρες στην τέχνη της ραπτικής. Πρώτη ράπτρια του χωριού ήταν η Θεοδ. Παλάσα. Την τέχνη της την ακολούθησαν και άλλες γυναίκες του χωριού. Το χειμώνα οι ράπτριες είχαν πολλή δουλειά γιατί τότε γινόταν οι γάμοι και ράβονταν οι προίκες.

Τα χειμωνιάτικα βράδια με το φως της γκαζόλαμπας έραβαν τα μάλλινα φουστάνια  και τα στόλιζαν με κατιφέδες και φαρμπαλάδες. Επίσης έραβαν κουργαζέδες, στόφες, ζαφίρια, πέλα, γούνες, σαλταμάρκες και κεντούσαν τα τσικέτα με χάντρες και  με χρυσές κλωστές, έραβαν τις βαμβακερές φούστες, τις μάλλινες και τις μεταξωτές ποδιές.

Από τα γύρω χωριά ερχόταν και ψώνιζαν. Οι Κατσαναίοι , ο Αργύρης και Νικ. Τσιόλας, ο Γ. Θεοδοσιάδης ήταν τότε οι έμποροι του χωριού με τα πιο πλούσια μαγαζιά. Αυτοί έδιναν τα υφάσματα στις ράπτριες και έραβαν τις προίκες. Όλη η δουλειά στην αρχή γινόταν με το χέρι, έπειτα εφοδιάστηκαν με ραπτομηχανές και περιορίστηκε η χειρωνακτική εργασία.

Τις ράπτριες τις βοηθούσαν μαθητευόμενα κορίτσια. Στην Ελ. Τσιόλια μαθήτευσαν πολλά κορίτσια και έμαθαν τη ραπτική. Στις ράπτριες δεν μαθήτευσαν μόνο από το Κριμήνι κορίτσια αλλά και από τα γύρω χωριά. Το κάθε ρούχο που περνούσε από το χέρι τους το μετέτρεπαν σε έργο τέχνης. Οι Ράπτριες δεν δούλευαν μόνο για να βγάλουν τα προς το ζην αλλά και για να δημιουργήσουν το φόρεμα που θα φορούσε η βασίλισσα του παραμυθιού. Τα φορέματα τα φύλαγαν και υπήρχε παράδοση οι μάνες όταν γερνούν να τα δίνουν στις θυγατέρες και οι πεθερές στις νύφες σαν πολύτιμη παρακαταθήκη.

ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΤΕΧΝΕΣ

Εκτός από την ραπτική οι κάτοικοι ασχολούνται και με την οικοδομική, την ξυλουργική, την ξυλογλυπτική, τη χρυσοχοϊκή και με άλλες τέχνες. Η πρακτική εξάσκηση και η πνευματική κατάρτιση ανέδειξαν εξαίρετους τεχνίτες. Στην ξυλουργική διακρίθηκαν πολλοί κάτοικοι του χωριού. Και οι νεότεροι έχουν σημαντική πρόοδο στην ενασχόλησή τους με αυτό το επάγγελμα. Στην Κωνσταντινούπολη αναδεικνύεται αρχιτέκτονας ο Κωνσταντίνος Δελιβός, σημαντικός ευεργέτης του χωριού.

ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ

Τα εργαστήρια των ραφτάδων με την πάροδο των χρόνων μετατράπηκαν σε εμπορικά μαγαζιά. Οι ραφτάδες εγκαταλείπουν την τέχνη τους και αρχίζουν να ασχολούνται με το εμπόριο. Από την Κλεισούρα προμηθεύονταν τα μάλλινα και τα βαμβακερά μαντήλια με τα ζωηρά χρώματα. Επίσης προμηθεύονταν γκιζιά, σιάμια, κουτνιά και άλλα είδη γυναικείου ρουχισμού.

Το εμπόριο του Κριμηνίου γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή του κατά τα έτη 1890-1910. Κάθε Κυριακή συνηθίζονταν να γίνεται αγορά και οι κάτοικοι από τα γύρω χωριά συνήθιζαν να κατεβαίνουν στο Κριμήνι και να αγοράζουν τα είδη που είχαν ανάγκη.  Κάποιοι από τους εμπόρους δεν περιορίσθηκαν μόνο στην αγορά του Κριμηνίου αλλά επεκτάθηκαν και στην αγορά του Τσοτυλίου όπου άνοιξαν αργότερα και μαγαζιά.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Παπανικολάου, Φ. (1959). Ιστορία του Κριμινίου. Θεσσαλονίκη.

 

Exit mobile version