Μια Σιάτιστα, όπου το παρόν αναμιγνύεται με το παρελθόν, σε βαθμό τέτοιο, ώστε να φέρνει αναπόφευκτα, σαν πρόκληση το μέλλον, ενώπιον του καθενός κατοίκου της. Αυτομάτως διαμορφώνεται μια πολυσύνθετη, θα τολμούσα να πω και γοητευτική κατάσταση.
Μεγάλο ρόλο σε αυτό, παίζει αναμφίβολα και η διατήρηση, της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Έστω και κάτω από δύσκολες ομολογουμένως συνθήκες. Έθιμα, συνήθειες και τρόπος ζωής βγαλμένα από άλλες εποχές τα συναντά κανείς σήμερα, άλλοτε γνήσια και άλλοτε περισσότερο η λιγότερο επηρεασμένα από την σύγχρονη πραγματικότητα.
Κάποτε, σε μια τηλεοπτική εκπομπή αφιερωμένη στην Σιάτιστα, ο παρουσιαστής ρώτησε έναν νεαρό χορευτή, πως έμαθε τους παραδοσιακούς χορούς που μόλις είχαν παρουσιαστεί; Εκείνος του απάντησε, χωρίς τότε ακόμα να το έχει φιλοσοφήσει ιδιαίτερα, πως… Αν ζείς στη Σιάτιστα, μαθαίνεις!
Αυτή λοιπόν η λίγο ανέμελη φράση, θα λέγαμε πως συμπυκνώνει σε μεγάλο βαθμό αυτό που προσφέρει αυτός ο ευλογημένος τόπος. Είναι ουσιαστικά μια «διά βίου μάθησης».
Είναι ένα βίωμα, το οποίο γεννά αρχικά ένα αίσθημα χαράς, όπου θα παρατηρούσε κανείς, πως αποτυπώνεται και εκφράζεται στο ιδιαιτέρως φιλέορτο και ζωντανό χαρακτήρα των κατοίκων, οι οποίοι σπεύδουν πρόθυμα, από τους πιο μικρούς ηλικιακά, μέχρι και τους μεγαλύτερους, να συμμετάσχουν σε όλα τα έθιμα, γιορτές και πανηγύρια που αναβιώνουν μέσα στο χρόνο. Και έπειτα ένα αίσθημα ευθύνης, με το να διαχειρίζεται κανείς και να έχει στα χέρια του συνειδητά, έναν τόσο σπουδαίο πολιτιστικό θησαυρό.
Ένα παιδί που μεγαλώνει στη Σιάτιστα, θα παίξει, θα τρέξει και θα περπατήσει, όχι μόνο σε πάρκα, νέες γειτονιές και σύγχρονους δρόμους, αλλά και σε παλιά σοκάκια πλακόστρωτα και καλντερίμια ατόφια, στα οποία δεσπόζουν διάσπαρτα, ανάμεσα σε σύγχρονες κατοικίες, τα επιβλητικά και πανέμορφα αρχοντικά σπίτια του 18ου και 19ου αιώνα. Θα ανάψει το κερί του σε μεταβυζαντινές εκκλησίες. Θα ακούσει χάλκινα και θα χορέψει μαζί τους σε πολλές περιπτώσεις και με διάφορες αφορμές. Θα ιππεύσει άλογα η θα τα δει μεγαλόπρεπα και στολισμένα να παρελαύνουν μπροστά του, τον δεκαπενταύγουστο στη γιορτή της Παναγίας.
Οι φορείς πολιτισμού, οι πολιτιστικοί σύλλογοι, τα σχολεία και πάνω από όλα οι άνθρωποι και οι παρέες τους, είναι οι πυλώνες που κρατούν, και πρέπει να κρατούν ότι πάει να χτιστεί πάνω στα ιστορικά αυτά θεμέλια.
Ξεχωριστή αναφορά κάνω για τους ευεργέτες, οι οποίοι στέκονται αρωγοί σε όλο αυτό, και γενικά στην νοοτροπία αυτή, του ότι προκόβω η πρόκοψα στη ζωή μου, και θα βοηθήσω και τον τόπο μου να προκόψει. Οι ευεργέτες της Σιάτιστας είναι μια σπουδαία ιστορία, που κρατάει από πολύ παλιά, και συνεχίζει έως τις μέρες μας. Κάποια στιγμή στο παρελθόν, όταν ένας νεοδιορισθείς δάσκαλος σε σχολείο της Σιάτιστας, ρώτησε ένα παιδί στην τάξη του, τι παράγει το τόπος σας; Εκείνο του απάντησε με περίσσιο καμάρι, Ευεργέτες! Τα κληροδοτήματα, τα ιδρύματα, τα σχολεία, και πολλά άλλα έργα-κτήρια, με τα ονόματά τους γραμμένα επάνω, στέκουν αδιάψευστοι μάρτυρες όλης αυτής της κατάστασης. Όταν μεγαλώνεις λοιπόν, και αργότερα ζείς και εργάζεσαι σε ένα τέτοιο περιβάλλον, είναι λογικό να επηρεαστείς και να δεθείς ακόμα περισσότερο με αυτό.
Όλα αυτά όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, δεν θα μπορούσαν παρά να αποτελούν μια αστείρευτη πηγή συναισθημάτων, έμπνευσης, δημιουργίας, και αφορμή όπως στην περίπτωσή μου, να ασχοληθεί κανείς νέος πιο ενεργά, με την ιστορική έρευνα γύρω από όλα αυτά που ανέφερα, αλλά και να συμμετέχει με τον τρόπο του και σύμφωνα πάντα με τις δυνατότητές του, στην διάσωση, στην συντήρηση και την προβολή της γενέτειράς του, βάζοντας και αυτός μια πινελιά στον πολυσύνθετο, και πανέμορφο αυτό ζωγραφικό διάκοσμο, της ιστορίας, του πολιτισμού και της αρχοντιάς, όχι μόνο της οικονομικής αλλά κυρίως της ψυχικής.
Θα ήταν κατά τη γνώμη παράλογο να στέκεται κανείς αδιάφορος μπροστά σε μια τέτοιου είδους σπουδαία κληρονομιά.
Αυτά λοιπόν, και πολλά αλλά, εκτός από έναν ντόπιο που τα ζεί και τα χαίρεται από κοντά, δείχνουν να φαντάζουν άκρως δελεαστικά και για τον κάθε επισκέπτη, που θα έρθει για μέρες η και λίγες ώρες στη Σιάτιστα και την γύρω περιοχή, να τα δεί και να τα ανακαλύψει διαπιστώνοντας εν τέλει, πως σίγουρα, άξιζε τον κόπο.
Φωτογραφία: Διονύσης Μπόσιακας
Πηγή: 2ο Tεύχος MyVoio Magazine