Πάνω από ένα πυκνό δάσος δρυών σηκώνει το πανοραμικό του ανάστημα ο παραδοσιακός οικισμός της Αγίας Σωτήρας η παλιά Σβόλιανη. Φορτωμένη με πέτρινα σπίτια, καλντερίμια, εκκλησιές, βρύσες, εικονοστάσια και περιτυλιγμένη με παραδόσεις και παλιούς θρύλους για την ίδρυσή της. Ιδρύθηκε στο τέλος του 17ου αιώνα από οικογένειες που ήρθαν από τους οικισμούς Γκοξιάδες και Τσέρο. Η ευμάρεια των κατοίκων αλλά και η τέχνη των ντόπιων μαστόρων της, είναι αποτυπωμένα στην περίφημη Σκάλα της Σβόλιανης που την ένωνε με τον Πεντάλοφο, στις εκκλησίες της, στα περίτεχνα πέτρινα σπίτια της που αποτελούν εξαιρετικά δείγματα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής που με την θωριά τους διηγούνται μνήμες από το μακρινό παρελθόν και συγκινούν. Ένα πέτρινο μονοπάτι ενώνει τη Σβόλιανη με τη Χρυσαυγή την παλιά Μοιραλή. Από τον ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος κατηφορίζω και διασχίζω την Εθνική οδό Κοζάνης – Ιωαννίνων, περνάω απέναντι στο εικονοστάσι και τραβάω για το γεφύρι της Σβόλιανης Η φύση, το άγριο της βλάστησης, τ’ αγρίμια της βάζουν τις αισθήσεις μου σε επιφυλακή.
Γράφει ο Αργύρης Παφίλης
Όμως η βοϊακή ομορφιά με παρασέρνει και αυτόματα ξεχνιέμαι. Πανέμορφες άγριες ανεμώνες οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν ότι τα φυτά αυτά άνθιζαν μόνον όταν φυσούσε άνεμος, εκθαμβωτικές ορχιδέες και μανιτάρια σωρό!
Το μονοπάτι διατηρεί το λιθόστρωτο του σε πολλά σημεία, ακέραιο έτσι όπως το κατασκεύασαν χρόνια πριν οι σβολιανιώτες μάστοροι. Από την κορυφή του απότομου βράχου απολαμβάνω τη θέα που προσφέρουν οι μαιανδροειδείς χαραδρώσεις του Βοΐου, τα πυκνά δάση της Τσούκας, το ποτάμι της Πραμόριτσας ενώ στα ριζά του βράχου το γεφύρι στρώνει το πέτρινο κορμί του πάνω από τα ορμητικά νερά του πόταμου. Όσο πλησιάζω προς το γεφύρι τόσο μεγαλώνει και η βουή του ποταμού.
Κάπου από μακριά θαρρώ έρχεται στα αυτιά μου το μακρόσυρτο τραγούδι ενός κιρατζή, μπερδεύεται με τον αχό του ποταμού το παίρνει ο νοτιάς και το σέρνει ως πάνω, στα βουνά του Παλιοκριμινίου.
Αριστερά και πάνω από την Πραμόριτσα υψώνεται ο κοφτός γκρεμός της Γκουρκουλίτσας, απ’ αυτό τον γκρεμό έριχναν τα άρρωστα ζώα οι κτηνοτρόφοι της περιοχής. Αυτά τα πέτρινα κοφτά και λεία ζωνάρια είναι δουλειά της Πραμόριτσας κι είναι μόνο μια στιγμή μέσα στην απεραντοσύνη του χρόνου. Παρακάμπτω το μονοπάτι και βρίσκουμε στην ράχη του απότομου βράχου. Ανάμεσα από τα κλαδιά της βελανιδιάς, οι πρώτες εικόνες του γεφυριού με την πανύψηλη λεύκα δίπλα του που με την παρουσία της χαρακτηρίζει το τοπίο. Αναρωτιέμαι πόσοι και πόσοι περπάτησαν πάνω σ αυτό το μονοπάτι άλλοι για να αλέσουν στον νερόμυλο του Τσιμτσίρη και άλλοι για να πάνε στην Μοιραλή.
O νερόμυλος του Τσιμτσίρη λειτούργησε ως το 1948 γιατί ανατίναξαν τη δέση του. Βρίσκονταν 1000 μ περίπου πιο πάνω από το γεφύρι και ονομάζονταν Βακούφικο γιατί οι Τσιμτσιραίοι τον παραχώρησαν το 1850 στον Παπανικηφόρο Ξενόπουλο κατόπιν συμφωνίας ή κάποιας ανταλλαγής. Στην περιοχή που ήταν η δέση υπήρχε και η γέφυρα των Τσιμτσιραίων που εχει πέσει. Αυτή η γέφυρα που κάποια υπολειματα της σώζονται βρίσκονταν λίγα μέτρα πιο κάτω από την μεταλλική γέφυρα προς Δίλοφο. Στην περιοχή υπήρχε και ο νερόμυλος του Κιρατζή. Σήμερα την περιοχή στο νερόμυλο του Τσιμτσίρη την ονομάζουν Βακούφικο.
Πέρασαν τσοπαναραίοι με τα κοπάδια τους τραβόντας για τα βοσκοτόπια της Τσούκας, πέρασαν πραματευτάδες με τα μουλάρια τους, το περπατούσαν οι μαστόροι της Σβόλιανης στο φευγιό τους για τα ξένα και οι γυναίκες τους έβγαζαν ως τον κλαψόδενδρο της Τσούκας στον Αι Λιά για να τους ξεπροβοδίσουν.
Πανέμορφο στέκει πάνω από το ποτάμι το γεφύρι της Σβόλιανης. Tο γεφύρι με τα δύο του τόξα και μήκος 26 μέτρα δρασκελάει την Πραμόριτσα, σηκώνοντας την καμπούρα του στα 8,50 μέτρα ύψος ενώνει την Αγία Σωτήρα με την Χρυσαυγή, το Δίλοφο και τον Κλαψόδεντρο. Αυτό που το κάνει μοναδικό σε ομορφιά και ιδιαίτερο σε αρχιτεκτονική στον ελλαδικό χώρο είναι που το ένα σκέλος της μεγάλης καμάρας ακουμπά στον βράχο. Στο εσωράχιο του μεγάλου τόξου έχουν δημιουργηθεί σταλακτίτες μήκους 10-15 εκατοστών. Αυτό οφείλεται στα άλατα ασβεστίου που περιέχονται στο κονίαμα και παρασύρονται από τα νερά της βροχής. Χτίστηκε στα 1850 με ενέργειες του Ιερομονάχου Παπα- Νικηφόρου Ξενόπουλου ο όποιος στα 1790 ίδρυσε σχολείο στη Σβόλιανη και δίδαξε ως το 1840.
Ένας από τους μαστόρους που πήρε μέρος στο χτίσιμό του ήταν ο Γεώργιος Αντωνόπουλος από την Αγία Σωτήρα (Σβόλιανη). Βλέποντάς το από διαφορετικές γωνίες, θαυμάζεις την κατασκευή του, την ομορφιά της ακινησίας που το πέτρινο σώμα του είναι ακόμα ζωντανό. Πού και πως έστησαν εκείνοι οι μυθιστορηματικοί μάστοροι την σκαλωσιά. Με πόση τέχνη τοποθέτησαν τους λαξεμένους θολίτες ακτινωτά γύρω από το τόξο και με τη προσοχή σφήνωσαν τον κορυφαίο θολίτη, δηλαδή την πέτρα κλειδί στο κέντρο του τόξου ασφαλίζοντας έτσι ολόκληρη την κατασκευή. Με πόση φαντασία και λειτουργικότητα έστησαν στις παρειές του οδοστρώματος τις αρκάδες ώστε να προσφέρουν μια υποτυπώδη προστασία στους διαβάτες αλλά και μια ομορφιά που δεν την έχουν τα γεφύρια με χτιστά στηθαία. Από το γεφύρι το μονοπάτι ανηφορίζει στον προφήτη Ηλία και στη θέση ”Κλαψόδεντρο ”.
Εκεί οι γυναίκες, με δάκρυα στα μάτια, αποχαιρετούσαν τους μαστόρους άντρες τους, τα παιδιά τους και τα αδέλφια τους που έφευγαν για δουλειές στην νότια Ελλάδα.
Πριν χτιστεί το γεφύρι, υπήρχε άλλο παλιό γεφύρι κοντά στο μύλο από το οποίο και τον νερόμυλο δεν σώζεται τίποτα.
Το Γεφύρι της Σβόλιανης με τις καλοδουλεμένες πέτρες του, τις αρκάδες, τους τριγωνικούς προβόλους, τα τόξα του, η βαριά αρματωσιά του Βοιακού τοπίου με τα χωριά του, είναι ένα ιερό καταφύγιο, είναι από τα θαύματα της φύσης και του ανθρώπου που εμπνέουν τόσο δέος και τόση σοφία όση χρειαζόμαστε. Στον ξενώνα του Ηλία Τζαβέλλα στη Αγία Σωτήρα
(Σβόλιανη) μετά την υπέροχη διαδρομή θα απολαύσεται το τσιπουράκι σας και θα γευτήτε τα πεντανόστημα ψητά του.
Πέτρινες κορμοστασιές, δρασκελιές του δέους, πρωτομάστοροι ασπούδαχτοι σπουδαίοι με την τέχνη τους δάμασαν τους άγριους θεούς των ποταμών και σαν παλιά τοιχογραφία διηγούνται πέτρα την πέτρα, τους αλλόκοτους θρύλους που ζώνουν τα υγρά τους θεμέλια και ιστορούν για το πώς η ανάγκη γίνεται σπουδή τέχνης και προεκτείνει την ομορφιά της φύσης.