Άνθρωπος μπερδεμένος ψάχνει
Γράφει ο ὑπὸ ἀρχ. Ἐφραὶμ Γ. Τριανταφυλλόπουλου, ΔρΘ. Πρωτοσυγκέλλου Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φθιώτιδος
Λένε ὅτι ἡ λέξη “ἄνθρωπος” εἶναι σύνθετη, ἀπὸ τὸ “ἄνω” καὶ τὸ “θρώσκω”, ποὺ σημαίνουν “κοιτῶ ψηλά”. Ποιόν κοιτῶ; Τὸ Θεό.
Τὸ ἴδιο λέει καὶ ἡ λαϊκὴ θυμοσοφία γιὰ τὴν ὄρνιθα: “ἡ κότα πίνει νερό, καὶ κοιτάει καὶ τὸ Θεό”. Μπορεῖ νὰ τὸ πάρει τώρα αὐτὸ τὸ παράδειγμα ἕνας Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ μᾶς μιλήσει γιὰ τὴν ἀχαριστία ποὺ εἶναι μιὰ ὄψη -ἀπὸ τὶς πολλὲς- τῆς ἁμαρτίας, ὅπως κάνει ὁ Μέγας Βασίλειος στὴν ” Ἑξαήμερό” του: παίρνει ἀφορμὴ ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς ζωῆς κάποιων φυτῶν καὶ ζώων καὶ διδάσκει τὸν ἀναγνώστη καὶ ὅλους ἐμᾶς πῶς μ ᾶ ς ἀ ξ ί ζ ε ι νὰ βλέπουμε κάποια πράγματα.
Μᾶς ἀξίζει διότι ὁ Ἄνθρωπος ἔχει τεράστια ἀξία. Τόση ἀξία ποὺ “ἀνάγκασε” (λέμε ἀνθρωποπαθῶς) ἕναν Θεό, “μανικὸ ἐραστή” μας, ὅπως λένε τὰ κείμενα, νὰ γίνει ἄνθρωπος, νὰ σταυρωθεῖ, νὰ ταφεῖ κανονικὰ ὡς νεκρός, νὰ ἀναστηθεῖ καὶ νὰ ἀναληφθεῖ, ἀνα-λαμβάνοντας μαζὶ Του καὶ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα.
Θὲς νὰ δεῖς εἰδικότερα τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ σένα; Δὲς τὸ Σταυρό: ὁ σταυρὸς παραμένει στοὺς αἰῶνες τὸ μέτρο τῆς ἀξίας σου, ἀλλὰ καὶ τὸ μέτρο τῆς ἀχαριστίας σου.
Μπορεῖ ὁ Ἄνθρωπος νὰ πετύχει “διάνα” -ποὺ λέμε- καὶ νὰ συνεργαστεῖ μὲ τὸ Παράκλητο Πνεῦμα, ὥστε ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ νὰ γίνει καὶ δική του ζωή. Νὰ αὐλίζεται μέσα στὴν εὐφραίνουσα δόξα τοῦ Χριστοῦ μας, μέσα στὸ Πρόσωπό Του, ἀνοιχτὸς σὲ ὅλους γιὰ πάντα, δίχως κρατούμενα, ἀπὸ αὐτὴν ἐδῶ κιόλας τὴ ζωή. Ἄλλωστε αὐτὴ εἶναι ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας: ἡ συνέχεια τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων Του τοὺς ὁποίους καλούμαστε νὰ μιμηθοῦμε, μ έ σ α σ τ ὴ ν ἱ σ τ ο ρ ί α. Ὄχι κατὰ φαντασία, ὄχι “ἔτσι μοῦ φαίνεται”, ὄχι “αὐτὲς εἶναι οἱ ἰδέες μου”. Μιλᾶμε γιὰ τὴ μοναδικὴ Ἀλήθεια, τὴν Ὀδὸ καὶ τὴ Ζωή, ἡ ὁποία διὰ τοῦ ἀψευδοῦς στόματός Της μᾶς αὐτοσυστήθηκε καὶ γιὰ τὴν ὁποία πληροφορούμαστε ὄχι μόνον ἐξ’ ἀκοῆς, ἀλλὰ ὑπαρξιακὰ καὶ ὁλοσώματα. Ἄλλωστε τρώγοντας τὸ σῶμα Του καὶ πίνοντας τὸ αἷμα Του ἡ ζωή μας, κάθε πτυχὴ τοῦ βίου μας μεταστοιχειώνεται σὲ ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, πίστη, πραότητα, ἐγκράτεια, ὅπως μᾶς τὰ περιγράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τὸ καίριο ἀγγεῖο, ἡ λύρα τοῦ Πνεύματος.
Μπορεῖ ὁ Ἄνθρωπος ὅμως καὶ νὰ ξαστοχήσει, νὰ κλειστεῖ στὸν ἑαυτό του, στὸ ναρκισσισμό του, νὰ αὐτοερωτευθεῖ καὶ νὰ χαθεῖ διὰ παντός, μέσα στὴν πλάνη τῆς φαντασίωσης, ὅπως ὁ Νάρκισσος τοῦ ἀρχαίου μύθου. Ἁμαρτία σημαίνει ἀστοχία. Ἕνας μόνος κίνδυνος ὑπάρχει σὲ αὐτὴ τὴν περιπέτεια πολλαπλῶν ἀστοχιῶν πρὸς τὶς ὁποῖες ρέπει “ἐκ νεότητός του” ὁ καθένας μας. Ὁ κίνδυνος αὐτός, δὲν εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸ νὰ ἀδικήσουμε τὸν ἑαυτό μας τὸν ἴδιο. Ὅπως ὁ φαρισαῖος καὶ ὁ πρεσβύτερος ἀδελφὸς τοῦ ἀσώτου στὰ ἀντίστοιχα εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα ποὺ πρόσφατα διαβάστηκαν στοὺς ἱεροὺς ναούς μας.
Ἡ ἁμαρτία, ἡ ἀστοχία, πλήττει καίρια τὸν Ἄνθρωπο σὲ τριπλὸ ἐπίπεδο: σὲ σχέση μὲ τὸν ἑαυτό του, σὲ σχέση μὲ τὸν πλησίον του καὶ σὲ σχέση μὲ τὸ Θεό.
Σὲ σχέση μὲ τὸν ἑαυτό του, ἡ ἁμαρτία τὸν περιάγει σὲ μία κατάσταση σύγχυσης, ὅπου ἄλλα δηλώνει τὸ στόμα, ἄλλα σκέπτεται ὁ νοῦς, ἄλλα ἐπιθυμεῖ ἡ καρδία καὶ ἄλλα πράττει τὸ σῶμα. Αὐτὴ ἡ τετραχοτόμηση εἶναι ἡ αἰτία καὶ τῶν πολλῶν ψυχολογικῶν προβλημάτων ποὺ ἐντοπίζουμε στὴν καθημερινή ζωή.
Σὲ σχέση μὲ τὸν πλησίον του, βρίσκεται συνειδητὰ ἢ ὑποσυνείδητα, συνεχῶς σὲ ἀμυντικὴ ἢ ἐπιθετικὴ στάση, καχύποπτος καὶ ἀπαισιόδοξος, διότι μὲ τὸ δρᾶμα ποὺ ζεῖ μέσα στὴν ἀκάθαρτη καρδιά του, κάθε εἶδος ἀκαθαρσίας δικῆς του, πλανημένα, πιστεύει ὅτι τὴ “βλέπει” στὸ πρόσωπο τοῦ διπλανοῦ του. Ἔτσι ἀδικοῦμε ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους.
Κατόπιν, ἡ σχέση του μὲ τὸ Θεὸ διαστρέφεται καί, ἢ παραπονιέται αὐτὸς διαρκῶς σὲ Ἐκεῖνον γιατὶ δὲν τοῦ παρέχει αὐτὰ ποὺ “ἀξίζει”, ἢ καὶ Τὸν ἀρνεῖται τελικὰ. Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις, ἀντὶ στὴν καρδιὰ τοῦ πονεμένου ἁμαρτωλοῦ νὰ ὑπάρχει “χῶρος” γιὰ νὰ μπεῖ ὁ Θεὸς καὶ πολύτροπα νὰ ρυθμίσει Ἐκεῖνος, προσκαλούμενος, τὴ σχέση μὲ τὸν ἴδιο καὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους, τὸ “χῶρο” αὐτὸ τῆς καρδιᾶς ἔχει καταλάβει τὸ αὐτοείδωλο τοῦ πάσχοντος ἁμαρτωλοῦ, ὁπότε κάθε σχέση χάνεται. Μιὰ “εἰκόνα τοῦ Θεοῦ” λαβωμένη ἀπομένει ὁ ταλαίπωρος.
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι γεγονὸς σχέσης. Εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ τὸ καταλάβουμε καλὰ αὐτό. Ἔξω ἀπὸ αὐτὴ τὴ σχέση καταντᾶ ἕνα νευρόσπαστο πονεμένο ἀνήλικο πνευματικὰ “παιδί”, ἀπογοητευμένο, μνησίκακο, μεμψίμοιρο, χαιρέκακο καὶ γκρινιάρικο. Κοντολογίς, ἐπιτομὴ τῶν προβλημάτων μας, τῶν ἀνθρώπων τῆς σήμερον.
Ὁ ἀτομισμὸς τῆς ἐποχῆς μας, ὀδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο, ἀντὶ νὰ ὡριμάσει σὲ πρόσωπο, νὰ καθηλωθεῖ σὲ ἄτομο ποὺ βιώνει τὸν Ἄλλον ὡς ἀπειλή, ζηλεύει, ὁριοθετεῖ “χώρους δράσης”, γίνεται μὲ λίγα λόγια μία μονάδα διασπαστική.
Ὁ ἐκκλησιαστικὸς ἄνθρωπος, ἡ μόνη καινούρια, ριζοσπαστικὴ πρόταση ὅλων τῶν ἐποχῶν εἶναι πρόσωπο, μονάδα κοινωνική, τόπος καὶ τρόπος συνάντησης ὅλων τῶν ἄλλων, τῶν ὁποίων, ὄχι μόνο δὲ φοβᾶται τὰ χαρίσματα, ἀλλὰ νιώθει ὅτι τὸν πλουτίζουν κιόλας! Καὶ πλούσιος κι αὐτός, φτωχότερος ὅλων αἰσθάνεται καὶ χρεώστης σὲ ὅλους.
Ζεῖ καθημερινὰ τὸ Ἀτελεύτητο Πάσχα.