Βυθός Βοΐου: Ένα μαστοροχώρι βυθισμένο στα καστανοδάση

Ανηφορίζοντας στο καταπράσινο Άνω Βόιο, εκεί που τα ξακουστά μαστοροχώρια απλώνονται μέσα στη φύση, και περνώντας τον Πεντάλοφο, συναντάς τον Βυθό. Ένα από τα πανέμορφα καστανοχώρια του Βοΐου, απλωμένο στις πλαγιές της Πίνδου, σε υψόμετρο 1025 μέτρων, εντυπωσιάζει καθώς βυθίζεται στο πράσινο και προστατεύεται από τα καστανοδάση.

Γράφει η Τάνια Ώττα

Ο Βυθός ανήκει στα μαστοροχώρια του Βοΐου και έχει κρατήσει την παραδοσιακή του μορφή, με τα πετρόκτιστα σπίτια και τα καλντερίμια. Οι κάτοικοι του χωριού συνεχίζουν να ζουν διατηρώντας τον παραδοσιακό χαρακτήρα του οικισμού. Οι φυσικές του ομορφιές είναι πολλές και ξεχωριστές. Θαυμάσια δάση καστανιάς, οξιάς, βελανιδιάς, προκαλούν τον θαυμασμό των επισκεπτών. Ενδιαφέρουσα η πανίδα με την καταγραφή σπάνιων θηλαστικών, πουλιών και εντόμων.

Πρώτα δημιουργήθηκε ο Κάτω Ντόλος από διασκορπισμένες αγροτικές οικογένειες και αργότερα έγιναν οι τρεις συνοικισμοί του Επάνω Ντόλος. Οι κάτοικοι του χωριού διακρίθηκαν σαν μαστόρους και καλφάδες. Τα έργα τους και σήμερα προκαλούν το θαυμασμό (εκκλησίες, σχολεία, σπίτια, γεφύρια, βρύσες κ.τ.λ.).

Λίγα χιλιόμετρα μετά τον οικισμό, βρίσκεται η Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος, χτισμένη στους πρόποδες του Προφήτη Ηλία, ανάμεσα στα περίφημα μαστοροχώρια της Ανασελίτσας, το Ζουπάνι (Πενταλόφο), Ντόλο (Βυθό), Κωνστάντζικο (Αυγερινό), που είναι γνωστά και με την γενική ονομασία Ζουπάνια.

Το μοναστήρι άρχισε να χτίζεται στα τέλη του 18ου αιώνα, στη θέση ¨Αλώνια¨, από περίφημους μαστόρους της περιοχής, που έβαλαν όλη την τέχνη τους, αλλά και χριστιανούς που προσέφεραν γενναιόδωρα εργατικά χέρια εργατικά και χρήματα.

Οι εργασίες περατώθηκαν το 1797 και τρία χρόνια αργότερα στήθηκε ο ναός της Αγίας Τριάδος, για την ανέγερση και την διακόσμηση του οποίου συνεργάστηκαν Πενταλοφίτες κτίστες και λιθοξόοι Πωγωνιώτες πελεκάνοι ξύλου και Χιοναδήτες αγιογράφοι.

Το καθολικό της μονής είναι ένα εξαιρετικό έργο του πρωτομάστορα Γεωργίου Κούστα με καταγωγή από το Ζουπάνι και ανεγέρθηκε στα 1800, κατασκευασμένο με εξαιρετικές και αυστηρά επιλεγμένες πελεκητές πέτρες.

Ο ναός διαθέτει νάρθηκα – γυναικωνίτη, πάνω από τον οποίο βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Μόδεστου, του οποίου η λίθινη οροφή διαιρείται σε τρία μέρη μέσω δύο τόξων, τα οποία καλύπτονται με ισάριθμους, τυφλούς σφαιρικούς θόλους και ένα εξαιρετικής τέχνης και επιχρυσωμένο ξυλόγλυπτο τέμπλο, κατασκευασμένο με την δύσκολη τεχνική του σκαλιστού, στον αέρα.

Όλες οι επιφάνειες του κυρίως ναού και του ιερού καλύπτονται με τοιχογραφίες που φιλοτεχνήθηκαν, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή στα 1802, επί Μητροπολίτη Νεοφύτου και ηγουμενίας Νεοφύτου από τον Χιονιαδίτη αγιογράφο, Μιχαήλ.

Ο ηγούμενος της Μονής, Αρχιμανδρίτης Μάξιμος Γεωργόπουλος, ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης, υποδέχεται ζεστά και φιλόξενα κάθε επισκέπτη και φροντίζει με αγάπη και ευλάβεια τον εσωτερικό και εξωτερικό χώρο του μοναστηριού, έχοντας τη στήριξη και τη βοήθεια των κατοίκων των γύρω οικισμών και του Δήμου.

Η επισκεψιμότητα του Μοναστηριού είναι αρκετά μεγάλη, ιδίως την άνοιξη και το καλοκαίρι, καθώς πλήθος κόσμου συρρέει για να προσκυνήσει τη θαυματουργή εικόνα της Αγίας Τριάδος και να θαυμάσει το καταπράσινο τοπίο.

Για τους φυσιολάτρες και τους οπαδούς του ορεινού τουρισμού, αλλά κι αυτούς που αναζητούν στιγμές χαλάρωσης, ηρεμίας και διαφυγής στη φύση, το Άνω Βόιο είναι ο κατάλληλος προορισμός για κάθε εποχή του χρόνου.

Πηγή: togethermag.gr

Exit mobile version