Λικνάδες- μια αρχαία νεκρόπολη της Δυτικής Μακεδονίας

Ένα από τα μικρά και γραφικά χωριά της επαρχίας Βοίου είναι και οι Λικνάδες. Βρίσκονται Βορειοδυτικά του Τσοτυλίου στην αριστερή όχθη του ποταμού Βέλους, και με υψόμετρο 730 μέτρα, πλάι στα ερείπια μιας αρχαίας νεκρόπολης.

Στη σημερινή εδαφική περιοχή των Λικνάδων, της Λεύκης, τμήματος της Αχλαδιάς και της Δαμασκηνιάς έχει ακμάσει μια αρκετά μεγάλη αρχαία πολιτεία, με το όνομα της να αποτελεί μυστήριο μιας και δεν υπάρχει κάποια επιγραφή που να το προδίδει. Σε αρχαίο κείμενο το μόνο που αναφέρεται είναι το εξής: «…ότι δε ισχύει περί των Αχαιών ισχύσει και περί των Δωριέων και των λεγόμενων βορειοδυτικών ελληνικών φύλων, άτινα συνώδευον τους μεταναστεύοντας Δωριείς εξ Ηπείρου (Θεσσαλοί εκ Θεσπρωτίας) και Μακεδονίας (Βοιωτοί εκ του Βοΐου όρους ή Βοΐου πόλεως της Μακεδονίας …)

Οι Λικνάδες σαν αξιόλογος αρχαιολογικός χώρος είναι γνωστές στους αρχαιολόγους από το 1867 όταν στην τοποθεσία «ΚΟΠΑΣΙΑ» βρέθηκε τυχαία από ανασκαφή τυχαία το αλέτρι ενός γεωργού, «ο χαλκούς Ηρακλής» που βρίσκεται σήμερα στο μουσείο Τζινλί Κιόσκ της Κωνσταντινούπολης. Τα «ΚΟΠΑΣΙΑ» παρουσιάζουν μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Έχουν έκταση 40 στρέμματα. Υπάρχει επίσης το «οικόπεδον πόλεως» με τείχη κτισμένα με ογκόλιθους. Εκεί βρέθηκαν ογκώδη πιθάρια, πλήθος αγγεία, αμέτρητα νομίσματα κτλ.


Συνέχεια της τοποθεσίας αυτής, είναι ο λόφος «ΣΟΠΟΤΟΥΡΑ», η ακρόπολη της πολιτείας που σε περίπτωση βαρβαρικής επιδρομής κατέφευγαν και αμύνονταν.
Τα αρχαία αντικείμενα που βρέθηκαν κατά τη διάρκεια των ανασκαφών στην περιοχή Λικνάδες, αρχικά μεταφέρθηκαν στο σχολείο του χωριού σαν μουσείο μέχρι που μετά το 1980 περίπου μεταφέρθηκαν στον αρχαιολογικό χώρο της Κοζάνης και κάποια από αυτά στο ιστορικοί γυμνάσιο Τσοτυλίου, στο χώρο που διατηρεί ως μουσείο.

Σημερινό χωριό Λικνάδες
Η ακριβής εποχή ιδρύσεως του σημερινού χωριού είναι ακαθόριστη. Η παλιότερη γραπτή μαρτυρία είναι πως στα 1534 υπήρχε «…τα ονόματα των χωρίων των Βαλαάδων ως Πηλουρί, Πηγαδίτσα, Λικνάδες, Μεσολογγόστι, Τσακνοχώρι…κλπ, υπάρχοντα από του 1534 εις την μονήν Ζάμπορδας καταγεγραμμένα και δυνάμενα να αναχθούν εις χρόνους πολύ προγενέστερους είναι μάρτυρες της ελληνικότητας του πληθυσμού των Βαλλαάδων…»Όσον αφορά το όνομα του χωριού, επικράτησε ύστερα από το 1867 όταν στην περιοχή ΚΟΠΑΣΙΑ βρέθηκε ο «χαλκούς Ηρακλής» και πως δήθεν εκεί βρίσκεται και το λίκνο του .

Το 1970 οι Λικνάδες είχαν 17 ελληνικές οικογένειες και 8 ελληνόφωνες μουσουλμανικές. Οι Βαλαάδες ανήκαν στην αίρεση των Μπεκτασήδων. Το 1924 με την ανταλλαγή των πληθυσμών οι Βαλάαδες έφυγαν για την Τουρκία και δεν εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες στο χωριό. Η περιουσία των Βαλλαάδων παραχωρήθηκε στους ακτήμονες του χωριού.
Το χωριό αναγνωρίστηκε σαν Κοινότητα το 1918 και αποτελούσαν κοινότητα με τους συνοικισμούς Σιρότσανης (Λέυκη) και Τσάριστας (Αγιοι Θεόδωροι)

Το σχολείο του χωριού άρχισε να λειτουργεί στο γυναικωνίτη της εκκλησίας από το 1840. Δέκα χρόνια αργότερα, το 1850, το χωριό απέκτησε επίσημα διδακτήριο με τη συμβολή του Σελίμ Μπέη. Ο Σελίμ Μπέης κατοικούσε στην Ομαλή Βοίου και στις Λικνάδες είχε αρκετά στρέμματα τα οποία και πούλησε στους κατοίκους του χωριού. Επειδή οι γονείς του Σελίμ μπέη είχαν τουρκέψει και στις φλέβες του έτρεχε αίμα ελληνικό, αλλά και επειδή αισθανόταν άσχημα επειδή ήταν ο ίδιος αγράμματος, δώρισε ένα σπίτι για να γίνει το 1ο διδακτήριο. Το νέο διδακτήριο χτίστηκε το 1927

ενώ κατεδαφίστηκε το 1963. Στην ίδια θέση χτίστηκαν δυο ισόγεια γραφεία, το ένα εκ των οποίων λειτουργεί ως Κοινοτικό γραφείο.

Το σχολείο σταμάτησε τη λειτουργία του 1974.

 

Πηγή: Ιστορικά Λικνάδων Βοϊου, γνωριμία με μια αρχαία νεκρόπολης της Δυτικής Μακεδονιας, Αλέξανδρος Αδαμίδης, Θεσσαλονίκη 1979

Φωτογραφίες: Πλαζουμίτη Ευτυχία

Exit mobile version