Η κάθε στιγμή αποτελεί πρόκληση και πρόσκληση. Ο χρόνος δεν μπορεί να φυλακιστεί αλλά ένας κόκκος του μπορεί να αφήσει το αναλλοίωτο χνάρι του στην αιωνιότητα. Και αυτή η συνθήκη γεννά την ανάγκη της αποτύπωσης της στιγμής στον χρόνο. Η έμπνευση είναι ζητούμενη αλλά όχι δεδομένη. Ούτε ξέρεις πού ούτε πότε θα τη συναντήσεις. Με τη φωτογραφία συμβαίνει συχνά να κυνηγάς με τη μηχανή σου τη στιγμή και να μην την πετυχαίνεις κι όταν την πετύχεις να μην έχεις μαζί σου το μέσο να την αποτυπώσεις. Τη φορά, όμως, που θα τη συναντήσεις και έχεις και τη μηχανή σου έτοιμη, είναι ευλογία! Προσωπικά, η φωτογράφιση για μένα αποτελεί διαφυγή από την πλήξη και το άγχος της καθημερινότητας. Μου είναι ιδιαίτερα ευχάριστο να τριγυρίζω στον ελεύθερό μου χρόνο με τη φωτογραφική μου μηχανή, είτε για να φωτογραφίσω συγκεκριμένα θέματα είτε για να κυνηγήσω το απρόσμενο, αυτό που θα μαγνητίσει το βλέμμα μου. Από κει και πέρα, κάθε φωτογραφία, που την κρίνω “αξιόλογη” περνά από το στάδιο της επεξεργασίας και τέλος της αποθήκευσης σε εξωτερικό μέσο. Ένας μόνο μικρός αριθμός φωτογραφιών κατορθώνει να δραπετεύσει, και ακολουθεί το δρόμο της “έκθεσης” είτε στο διαδίκτυο είτε στο χαρτί.
Η δύναμη της φωτογραφίας
Μία φωτογραφία έχει δύναμη και δυναμική. Αποδίδει, σε κάθε περίπτωση, την πραγματικότητα, που, όμως, εμπεριέχει την “εξαπάτηση” της στιγμής. Ωστόσο ο θεατής γίνεται αποδέκτης μιας διαφορετικής εκδοχής αυτής της πραγματικότητας, καθώς μέσα του ξυπνά ένα ταξίδι σε κόσμους εσωτερικούς και πιθανόν φανταστικούς. Δεν είναι, όμως, λίγες οι φορές, που η φωτογραφία μπορεί να αποπροσανατολίσει τον θεατή και να παρουσιάσει μια διαφορετική αλήθεια. Μπορεί να μη λέει ψέματα, ως προς το τι αποδίδεται, μιας και αποτελεί πιστή αντιγραφή αυτού που συμβαίνει τη στιγμή που γίνεται το “κλικ”, όμως καθώς δεν απεικονίζει το “όλον” προβάλλει ένα μέρος της πραγματικότητας. Είναι, όμως, γεγονός ότι έχει και τη δύναμη να οδηγήσει τον θεατή της και σε κόσμους φανταστικούς. Κάτι τέτοιο επιτυγχάνεται όταν αυτό που απεικονίζεται διαθέτει τη δυναμική της κινητοποίησης της φαντασίας του θεατή. Μπορεί όμως, άλλοτε με την εξειδικευμένη επεξεργασία και την ηθελημένη αλλοίωσή της άλλοτε με συγκεκριμένα είδη φωτογραφίας (όπως για παράδειγμα η μακροφωτογραφία-αγαπημένο μου είδος), άλλοτε με συγκεκριμένες φωτογραφικές τεχνικές όπως οι φωτογραφίες μακράς έκθεσης και άλλοτε με τη χρήση ειδικών φακών (υπερευρυγώνιων ή οι superzoom), που “παραμορφώνουν” αυτό που έχει συνηθίσει να βλέπει το ανθρώπινο μάτι να κατορθώσει να προβάλλει και κάτι φανταστικό. Τέλος, δε θα πρέπει να λησμονούμε ότι και το τυχαίο αποτελεί συχνή αιτία που έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας “φανταστικής” φωτογραφίας. Το τι είναι προτιμότερο, λοιπόν, να αποδώσει την πραγματικότητα ή το φανταστικό, εξαρτάται από τη διάθεση της στιγμής και τα εσωτερικά κίνητρα του δημιουργού της.
Φωτογραφίζοντας το Βόιο
Η φωτογραφία αποτελεί ένα ισχυρό μέσο προβολής κάθε τόπου. Μέσα από τις φωτογραφίες γίνεται εφικτή η γνωριμία του τόπου και η προβολή του σε κάθε έντυπο και διαδικτυακό μέσο. Είναι το κυρίαρχο μέσο που “ενώνει” τον θεατή με το συγκεκριμένο μέρος. Αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία της προσμονής και του σχεδιασμού ενός ταξιδιού, που θα του δώσει τη δυνατότητα να ζήσει από κοντά αυτό που του ξύπνησε η φωτογραφία. Φανταστείτε πόση κρυμμένη δύναμη έχει η φωτογραφία ενός τόπου, όπως αυτός του Βοΐου, που κρύβει αμέτρητες φυσικές ομορφιές άγνωστες και ανεξερεύνητες. Δεν είναι λίγες οι φορές που φίλοι μου εντυπωσιασμένοι από την ομορφιά του τόπου μας, αποφάσισαν να τον επισκεφτούν, για να τον γνωρίσουν από κοντά. Η αλήθεια είναι ότι και για μένα αποτέλεσε η φωτογραφία την αφορμή για να γνωρίσω καλύτερα την ευρύτερη περιοχή του Βοΐου. Τα τελευταία χρόνια έχω αρχίσει να εμπλουτίζω το φωτογραφικό μου πορτφόλιο με εικόνες από γωνιές του Βοΐου και να επισκέπτομαι μέρη που ενώ γνώριζα την ύπαρξή τους δεν τα είχα, μέχρι τώρα, επισκεφθεί. Και πραγματικά εντυπωσιάζομαι από την ποικιλία θεμάτων και πτυχών της καθημερινότητας των αγνών ανθρώπων του Βοΐου. Θα είναι χαρά μου να μπορέσω να «παρασύρω» κι εγώ κι άλλους, ώστε, όχι μόνο να αγαπήσουν τον τόπο μας, αλλά και να τον επισκεφθούν από κοντά.
‘Oταν η φωτογραφία γίνεται ομιλητική
Πόσες ιστορίες μπορούν αφηγηθούν τα αρχοντικά, τα σοκάκια, τα πετρόχτιστα σπίτια, τα γεφύρια, οι εκκλησιές, τα σιωπηλά μοναστήρια. Πόσες μνήμες μπορούν να ανασύρουν και πόσες ιστορίες να φτιαχτούν αυτοστιγμεί στη θέα της φωτογραφίας των ζεστών ανθρώπων του Βοΐου, που αντανακλούν στα μάτια τους την ψυχική δύναμη, που έχει σμιλευτεί από τις αντιξοότητες και το περιβάλλον που ζουν. Οι φωτογραφίες μπορούν να ζωντανέψουν, να δώσουν ανάσα ζωής στο χθες. Με το δικό τους αφηγηματικό τρόπο μιλούν στην κάθε ψυχή με λέξεις μοναδικές. Το ευτύχημα στην περίπτωση του συνδυασμού κειμένου και εικόνας είναι ότι ως φωτογράφος έχεις το προνόμιο να αιχμαλωτίσεις μια στιγμή στο χρόνο, αλλά όταν την παραλάβει ο/η συγγραφέας η φωτογραφία αποδεσμεύεται από την αρχική της μορφή και γίνεται κτήμα άλλου το έργο σου. Και το αντίστροφο. Παύει, επομένως, να αποτελεί αποκλειστικό δημιούργημα του φωτογράφου η στιγμή και η εικόνα οδηγείται σε μια διάσταση, όπου ως αρχικός δημιουργός το πιο πιθανό είναι να μην την έχεις φανταστεί. Κι αυτό είναι μαγικό!